διαβολή

διαβολή
η (AM διαβολή)
συκοφαντία, ψευδής κατηγορία
αρχ.
1. έριδα, αποστροφή, εχθρότητα
2. δόλος, εξαπάτηση
3. κατηγορία.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • διαβολῇ — διαβολή false accusation fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολή — false accusation fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολή — η ψεύτικη και προσβλητική κατηγόρια, η συκοφαντία, η δυσφήμηση: Προσπαθεί να πάρει τη θέση μειώνοντας τους συναδέλφους του με διαβολές …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • διαβολῆι — διαβολῇ , διαβολή false accusation fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολαῖς — διαβολή false accusation fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολαῖσι — διαβολή false accusation fem dat pl (epic ionic aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολαί — διαβολή false accusation fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολῆς — διαβολή false accusation fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολήν — διαβολή false accusation fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διαβολῶν — διαβολή false accusation fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”